NEA

Οι Financial Times υμνούν την ελληνική οινοποιεία

Share

Βασίλης Κατσιαούνης

Το οινοποιείο του Γιώργου Σκούρα, ένα λείο μοντέρνο κτίριο ανάμεσα από λεπτές σειρές αμπελιών κοντά στη Νεμέα, είναι γνωστή στάση στις περιηγήσεις των ανεπτυγμένων περιοχών του κρασιού της βόρειας Πελοποννήσου. Οι κοντινοί λόφοι είναι σπίτι της ποικιλίας του Αγιωργίτικου σταφυλιού που ο Σκούρας, ο οποίος έχει μελετήσει οινοποίηση στο πανεπιστήμιο Dijon Burgundy, καλλιεργεί για πάνω από 30 χρόνια.

Ο ίδιος σχετικά με το κρασί που διεξάγει είπε: “Χρησιμοποιήσαμε μια ανάμιξη του Αγιωργίτικου και του Cabernet Sauvignon σταφυλιού όπου καλλιεργείται σε μια υψίπεδη κοιλάδα εκεί όπου οι θερμοκρασίας είναι ψυχρότερες. Το κρασί ωρίμασε σε Γαλλικά δρύινα βαρέλια, όπου ήταν μεγάλη καινοτομία για τον καιρό εκείνο”.

Ο “Μέγας Οίνος”, όπου ξεκίνησε η κυκλοφορία του το 1986, εξακολουθεί ακόμα να είναι μία από τις μεγαλύτερες πωλήσεις του Σκούρα. Περίπου το 45% από την ενιαία παραγωγή του πωλείται στο εξωτερικό, περισσότερο στην Αμερική, τον Καναδά και την Γερμανία.

Ακόμα η λίστα του Σκούρα περιλαμβάνει κρασιά με μεσαίες τιμές για εξαγωγή και μια πιο φθηνή ποικιλία που πωλείται στα Ελληνικά σουπερμάρκετ και εστιατόρια που τροφοδοτούν τους τουρίστες.

Η ελληνική βιομηχανία του κρασιού στην Ελλάδα έχει αλλάξει δραματικά από τη στιγμή που ξεκίνησε την επιχείρηση του ο Σκούρας στα μέσα της δεκαετίας του ’80. Τότε, υπήρχαν 70 οινοποιία στη χώρα, όπου τα περισσότερα τα είχαν τοπικές συνεργασίες που πουλούσαν το κρασί σε μεγάλες ποσότητες στα νοικοκυριά και στα εστιατόρια. Το 2008, η χρονιά που ξεκίνησε η ύφεση, ο αριθμός των οινοποιείων είχε αυξηθεί στα 500, και κρασιά σε μεσαίες τιμές μπορούσες να τα βρεις σε ειδικευμένα μαγαζιά κρασιών σε όλη την Ευρώπη. Όσο όμως η οικονομία έπεφτε, υπήρχε μια “έκρηξη” ανάπτυξης σε νέα οινοποιεία, με τα περισσότερα να είναι στο Αιγαίο όπου η οινοποίηση ήταν τελείως παρατημένη εκεί. Τώρα πάνω από 1,400 ελληνικά οινοποιεία είναι σε λειτουργία.

“Ορισμένες μεγάλες παραγωγές κατέρρευσαν και έπεσαν λόγω της κρίσης, οπότε υπήρχε χώρος για μικρούς καλλιεργητές να εισέλθουν στην αγορά” τόνισε ο Σκούρας. “Κλονίζουν τις βιομηχανίες αλλά με την καλή πλευρά, δοκιμάζοντας διάφορες ποικιλίες αμπελιών και εξάγουν σε μικρό σκέλος”.

Ο αρθρογράφος κρασιού της Financial Times Jancis Robinson σημείωσε ότι: “Τα ελληνικά οινοποιεία παράγουν 300 λίτρα το χρόνο σε σχέση με τα 650 της Πορτογαλίας, όπου είναι σχεδόν στην ίδια οικονομική κατάσταση και μεγάλης παράδοσης στην οινοποίηση. Τα έσοδα κρασιού της Ελλάδας κυμαίνονται στα 900 εκατ. ευρώ το χρόνο αντιθέτως με της Πορτογαλίας που είναι στο 1.6 δισ. ευρώ.

“Η κρίση όμως κατάφερε να ενθαρρύνει διάφορα είδη ατόμων στο να δοκιμάσουν την τύχη τους στην οινοποίηση και πολλά χρόνια ταχείας ανάπτυξης στον τουρισμό να τους προσφέρει μια ετοιμοπαράδοτη αγορά” είπε ο Κωνσταντίνος Λαζαράκης, ο πρώτος Master of Wine της Ελλάδας.

Ένας νέος τυπικός καλλιεργητής μπορεί να είναι ένας πρώην τραπεζίτης ή επιχειρηματίας όπου επενδύει την καταβολή της αποζημίωσης του σε μια σοδειά, ή ένα ζευγάρι νέων ανέργων αποφοίτων που μετακομίζουν στην εξοχή για να φυτέψουν αμπέλια σε οικογενειακή γη, εξηγεί ο Λαζαράκης. Η Ελλάδα έχει αρκετούς τοπικούς γεωπόνους για να διαθέσουν συμβουλές σε αρχάριους καλλιεργητές καθώς και μια αυξανόμενη ομάδα επαγγελματιών με εμπειρία στην Ιταλία, τη Γαλλία η την Αυστραλία.

Η κρίση έχει δώσει και μια ώθηση στη φήμη της Ελλάδας ως παραγωγός υψηλής ποιότητας κρασιού. Καθιερωμένοι παραγωγοί που αντιμετωπίζουν οικονομική πίεση αύξησαν τις εξαγωγές τους, ενώ μικρότερες επιχειρήσεις έπρεπε να πουλήσουν στο εξωτερικό για να επιβιώσουν. “Οι τιμές έγιναν περισσότερο ανταγωνιστικές και οι καταναλωτές έξω κατάλαβαν πόσο καλό έχει γίνει το Ελληνικό κρασί”, σημείωσε ο Λαζαράκης.

Πηγή

To Top